- βολετός
- (boletus). Γένος υμενομυκήτων βασιδιομυκήτων της οικογένειας των βολετιδών. Το καρπόσωμα αυτού του μανιταριού είναι σαρκώδες, λείο, πιο σπάνια τριχωτό, συνήθως μεγάλου μεγέθους. Έχει κεντρικό πόδα και πίλο με την εξωτερική επιφάνεια σχεδόν ημισφαιρική (ισοπεδωμένη στους πολύ ανεπτυγμένους μύκητες) και την εσωτερική διάστικτη από πολυάριθμους στρογγυλούς ή ακανόνιστους πόρους. Οι πόροι αυτοί είναι τα στόμια των σωληνίσκων, το εσωτερικό των οποίων είναι διάσπαρτο και σποριογόνο υμένιο. Σχεδόν όλα τα μανιτάρια του γένους β. τρώγονται, εκτός από μερικά είδη που έχουν πικρή ή ξινή γεύση και ορισμένα με κόκκινους πόρους που θεωρούνται δηλητηριώδη. Το πιο κοινό είδος είναι ο β. ο εδώδιμος με τις δύο ποικιλίες, τον β. της οξιάς ή του πεύκου,που έχει μεγάλο, χαλκοκόκκινο, σκούρο πίλο, και τον β. τον χαλκόχροο,με χρώμα σκούρο καστανό. Το είδος αυτό είναι ένα από τα γευστικότερα εδώδιμα μανιτάρια και προσφέρεται σε νωπή ή ξηρή μορφή στην αγορά. Η Ελβετία εξάγει μεγάλες ποσότητες από τα μανιτάρια αυτά, που αφθονούν στα δάση της. Αναπτύσσονται συχνά σε δάση καστανιάς, φουντουκιάς, οξιάς ή βελανιδιάς, δέντρα με τα οποία οι μύκητες συμβιούν. Εδώδιμοι και πολύ διαδεδομένοι είναι επίσης ο β. ο τραχύς, ο β. ο πυρρόχρους, ο β. ο κομψός,ο β. ο κίτρινος και ο β. ο κοκκώδης. Οι τρεις τελευταίοι αναπτύσσονται στα δάση των κωνοφόρων, ενώ ο β. ο τραχύς αναπτύσσεται στα δάση δρυών και στους ερικώνες.
Μεταξύ των β. για τους οποίους υπάρχει υποψία ότι είναι δηλητηριώδεις αναφέρονται ο β. ο ωχρός,ο β. ο ερυθρόπορος και ο β. ο ερυθρόπους,με πόρους κοκκινωπούς, πίλο καστανόμαυρο και σάρκα κιτρινωπή, που γίνεται κυανοπράσινη όταν κοπεί το μανιτάρι. Η ιδιότητα αυτή χαρακτηρίζει και πολλά άλλα είδη του γένους και οφείλεται στην οξείδωση μιας χρωστικής, της ανθρακινόνης, που όταν εκτεθεί στον αέρα, μετατρέπεται στη γαλάζια μπολετοκινόνη. Δηλητηριώδεις είναι ο β. ο φελλώδης με σάρκα πολύ πικρή και ο β. ο σατανάς με πίλο γκρίζο-καστανό φωτεινό, πόρους ζωηρά κόκκινους, πόδα κοντόχοντρο κίτρινο και κόκκινο, δικτυωτό στην κορυφή και σάρκα που αλλάζει χρώμα.
Βολέτος των πεύκων, που ο μεγάλος πίλος του έχει χαλκοκόκκινο χρώμα.
Βολέτος ο εδώδιμος, ένα από τα πιο εύγεστα μανιτάρια.
Βολέτος ο πυρρόχρους, από τα πλέον εδώδιμα και διαδεδομένα είδη μανιταριών.
* * *-ή, -ό [βολεί]1. εύκολος, κατορθωτός2. βολικός.
Dictionary of Greek. 2013.